γελεκίτσα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γελεκίτσα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

γελεκίτσα ἡ, Πόντ. (Οἰν.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ οὐσ. γελέκι καὶ τῆς ὑποκορ. καταλήξεως -ίτσα.

Σημασιολογία

Τὸ βραχύτερον τοῦ δέοντος γελέκι 1, ὃ ἰδ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/