ἀαίματος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀαίματος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀαίματος ἐπίθ.ἀμάρτ. ἀαίματους Στερελλ. (Εὐρυταν.) ἀγαίματος Χηλ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ στερητ. ἀ- καὶ τοῦ οὐσ. αἷμα. Ἡ ἐν τῷ τύπ. ἀγαίματος ἀνάπτυξις τοῦ γ μεταξὺ φων. συνήθης. Πβ. καὶ ἀγέρας, ἀκογὴ κτλ., δύναται ὃμως ὁ τύπ. οὗτος νὰ ἑρμηνευθῇ καὶ κατ᾿ εὐθεῖαν ἐκ τοῦ ἀ- καὶ γαῖμα.
Σημασιολογία
Ὁ μὴ ἒχων αἷμα ἔνθ’ἀν.: Αἴνιγμ. Ἀαίματους κιˬ ἀκόκκαλους πιρνάει (χρυσαλλὶς) Εὐρυταν. Ἀγαίματος κιˬ ἀκόκκαλος τὴ θάλασσα περνάει Χηλ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA