ἀγγελουδάκι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀγγελουδάκι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
Δαιἀγγελουδάκι τό, Πελοπν. (Καλάβρυτ.) κ.ἀ. ἀgιλουδά᾿ Θρᾴκ. (Αἶν.)
Ετυμολογία
Ὑποκορ. τοῦ οὐσ. ἀγγελούδι.
Σημασιολογία
Μικρὸς ἄγγελος ἔνθ᾿ ἀν.: ᾎσμ. Ἂν θέλῃς, Χρόνι μου, νὰ ἰδῇς ὄμουρφα κιφαλάκιˬα, τήραξι μέσα ᾿ς τοὺν τρουβᾶ νὰ ἰδῇς ἀgιλουδάκιˬα Αἶν. Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀγγελάκι 1.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA