ἀγγλοφέρνω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγγλοφέρνω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀγγλοφέρνω ΓΧατζιδ. ἐν Ἀθηνᾷ 22 (1910) 252.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐθνικοῦ ὀν. Ἄγγλος καὶ τοῦ ρ. φέρνω, περὶ οὗ ὡς β΄ συνθετ. ἰδ. ΓΧατζιδ. ἔνθ᾿ ἀν.

Σημασιολογία

Προσποιοῦμαι, μιμοῦμαι τοὺς Ἄγγλους, ἀγγλίζω.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/