ἀγγουρίλα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγγουρίλα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θυληκό

Τυπολογία

ἀγγουρίλα ἡ, σύνηθ. ἀgουρίλα Μέγαρ. κ.ἀ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀγγούρι καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. –ίλα.

Σημασιολογία

Ἡ ὀσμή τοῦ σικυοῦ ἔνθ᾿ ἀν.:Ἀγγουρίλας μυρίζει Αἴγιν. Συνών. ἀγγουρεὰ II.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/