ἀγκιδούλλα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀγκιδούλλα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θυληκό
Τυπολογία
ἀγκιδούλλα ἡ, ἀμάρτ. ἀγ᾿δούλλα Στερελλ. (Αἰτωλ.)
Ετυμολογία
Ὑποκορ. τοῦ οὐσ. ἀγκίδα.
Σημασιολογία
1)Μικρὰ ἀγκίδα:Ἔβγαλα νιˬὰ ἀγ᾿δούλλα, οὑπ᾿ μπῆκι ᾿ς τοὺ πουδάρι μ᾿. 2)Μεταφ. τὶ τὸ νύσσον, τὸ ταράσσον ἠθικῶς: Ἔει ἀγ᾿δούλλα (ἔρωτα, ζηλοτυπίαν κττ.)
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA