ἁγία - Ἐλεοῦσα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἁγία - Ἐλεοῦσα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θυληκό
Τυπολογία
ἁγία-Ἐλεοῦσα ἡ, Ἀθῆν. κ.ἀ. ἁγιˬὰ-᾿Λεοῦσα Ἀθῆν. Πελοπν. (Λάστ.) ἁγιˬὰ-᾿Λιοῦσα Ἤπ. (Ἰωάνν.) ἅι-᾿Λιγοῦσα Μακεδ. (Καστορ.)
Ετυμολογία
Ἐκ παραθέσεως τοῦ ἐπιθ. ἁγία καὶ τοῦ ὀν. Ἐλεοῦσα. Περὶ τοῦ ἀρς. ἅι- ἐν τῷ ἅι-᾿Λιγοῦσα ἰδ. ἁγιˬὰ-Βαρβάρα.
Σημασιολογία
Ἡ Θεοτόκος ὡς ἐλεοῦσα τοὺς ἐπικαλουμένους αὐτὴν ἔνθ᾿ ἀν.: Μὰ τ᾿ν ἁγιˬὰ-᾿Λιοῦσα! (ὅρκος) Ἰωάνν. Ἡ λ. καὶ ὡς τοπων. καὶ ὄν. κύριον πολλαχ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA