ἁγιˬογράφισμα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἁγιˬογράφισμα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἁγιˬογράφισμα τό, ΑΜανούσ. Τραγούδ. 2,80.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ρ. ἁγιˬογραφίζω.
Σημασιολογία
Ἡ δι᾿ εἰκόνος παράστασις προσώπου ἢ πράγματος, ζωγράφισμα: ᾎσμ. Κάθεται βασιλόπουλλο καὶ μῆλο ἁγιˬογραφίζει, ἀπάνω ᾿ς τ᾿ ἁγιˬογράφισμα ἡ ἀγάπη του ἐνθυμήθη
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA