ἄγος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἄγος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
ἄγος ὁ, Πελοπν. (Βούρβουρ.)
Ετυμολογία
Ἀγνώστου ἐτύμου.
Σημασιολογία
Ἡ πρόπολις τῶν μελισσῶν, ἡ κηρώδης οὐσία, διὰ τῆς ὁποίας αὗται φράττουν τὰς ὀπὰς τῆς κυψέλης.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA