ἄδειπνος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἄδειπνος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἄδειπνος ἐπίθ. Ἤπ. Κεφαλλ. Λευκ. κ.ἀ.
Χρονολόγηση
Αρχαίο
Ετυμολογία
Τὸ ἀρχ. ἐπίθ. ἄδειπνος.
Σημασιολογία
1) ᾽Ενεργ. ὁ μὴ δειπνήσας, ὁ ἄνευ ἑσπερινοῦ φαγητοῦ Ἤπ. Κεφαλλ. Λευκ. κ.ἀ.: ᾿Εψὲς ἐπέσαμε ἄδειπνοι Κεφαλλ. Συνών. ἀδείπνητος. 2) Παθ. ὁ μὴ δυνάμενος νὰ ληφθῇ ὡς δεῖπνον Ἤπ.: ᾎσμ. Δειπνῶ μπαροῦτι ἄδειπνο, μολύβιˬα γιοματίζω Ἤπ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA