ἀδιˬαλίγου
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀδιˬαλίγου
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀδιˬαλίγου ἐπίρρ. Χίος ἀδιˬαλίγο Σῦρ. ἀδιˬαλίο Σῦρ. ἀδιˬάλογα Χίος.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ δι’ ὀλίγου. Διὰ τὸν σχηματισμὸν πβ. ἀδιˬαώρα.
Σημασιολογία
Συχνάκις, συνεχῶς, ἀδιακόπως ἔνθ’ ἀν.: Τὸν πιˬάνει πόνος ἀδιˬαλίγου Χίος. Κλαίει ἀδιˬαλίγου αὐτόθ. Συνών. ἀδιˬαώρα, κάθε λίγο (ἰδ. λίγος).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA