ἀθόγαλος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀθόγαλος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀθόγαλος ὁ, ἀμάρτ. ἀθ-θάαλους Λυκ. (Λιβύσσ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τῶν οὐσ. ἄθος καὶ γάλα.

Σημασιολογία

Τὸ κατὰ τὴν πλύσιν τῶν ἐνδυμάτων διηθηθὲν διὰ τῆς τέφρας ὕδωρ. Συνών. ἀλισσίβα, σταχτόνερο.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/