ἀθοκόπη
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀθοκόπη
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀθοκόπη ἡ, ἀμάρτ. ἀθ-θουκόπη Λυκ. (Λιβύσσ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἄθος καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -κόπη. Πβ. ΓΧατζιδ. ἐν ᾿Αθηνᾷ 22 (1913) 246.
Σημασιολογία
Σποδός, τέφρα. Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἄθος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA