ᾀδοῦ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ᾀδοῦ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ᾀδοῦ ἡ, Κύπρ.

Ετυμολογία

Συντετμημένον ὑποκορ. τοῦ ἀμαρτ οὐσ. ᾀδοῦσα παρὰ τὸ ἀρχ. ᾂδουσα τοῦ ρ. ᾂδω. Περὶ τῶν εἰς -οῦσα ὄν. ἰδ. Ἄνθ. Παπαδόπ. ἐν Ἀθηνᾷ 37 (1925) 180 κἑξ.

Σημασιολογία

Ἡ ᾂδουσα: Αἴνιγμ. Τὴν ᾀδοῦν τὴν πεντᾳδοῦν | πέντε δέκα τὴν κρατοῦν, βκάλ-λει τείνη, τρώς ἐσοὺ (κόσκινον, τὸ ὁποῖον καλεῖται οὕτω ἐκ τοῦ παραγομένου ἤχου κατὰ τὸ κοσκίνισμα τοῦ ἀλεύρου). Πβ. πεντᾳδοῦ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/