ἀγριοταΐζω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀγριοταΐζω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀγριοταΐζω ἀμάρτ. ἀγροταΐζω Πόντ. (Χαλδ.) ἀγριταΐζω Πόντ. (Σάντ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιρρ. ἄγρια καὶ τοῦ ρ. ταΐζω.
Σημασιολογία
Ἰσχυρῶς φωνάζω, κραυγάζω.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA