αἰδεσιμότης

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

αἰδεσιμότης

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

αἰδεσιμότης ἡ, λόγ. Πολλαχ. δεσιμότητα ΑΛασκαράτ. Στιχουργ.2 41.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. αἰδέσιμος.

Σημασιολογία

Σεβασμιότης, ἁγιότης, ἐν προσφωνήσει πρὸς ἱερεῖς χάριν σεβασμοῦ: Ποίημ. Κάνει μὲ δαύτη ἡ ’δεσιμότητά του Χριστὸς ἀνέστη τόσο ἀδερφικᾶτο. Πβ. ἁγιότη 1, ἁγιωσύνη.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/