ἁδροβωλίζω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἁδροβωλίζω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἁδροβωλίζω Καππ. (Σινασσ. κ.ἀ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἀδρόβωλο.
Σημασιολογία
Χωρίζω διὰ κοσκίνου τοὺς ἁδροὺς βώλους ὀσπρίων ἢ σιτηρῶν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA